Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2016

Στην Ε

Θυμάσαι που μου' λεγες να λέμε ο,τι αισθανόμαστε? Ιδίως εκείνα τα "περίεργα", τα gutsy.
Να΄ σουν απο μια μεριά να μ' έβλεπες! Μπορώ μόνο ν' ακουσω το γέλιο σου στο κεφάλι μου.
Θα μ' έπαιρνες αγκαλιά και θα φώναζες "ουεεε!" και θ' ακολουθουσαν ώρες συζήτησης και χασκόγελου. Απ' ολους τους ανθρώπους στη γη, εσύ με ξέρεις καλύτερα.
Εχω πολλά να σου πω και τα λεω στο κεφάλι μου αλλά εσυ είπες να τα λέμε ανοιχτά.. Ιδίως εκείνα τα περίεργα.. Και ίσως το να τα λέμε ανοιχτά είναι το να κοιτάμε κατάματα τον Φόβο, κατάματα τα "μη", κατάματα τα "σώπα". Και κοιτώντας τα κατάματα παύουν να είναι Φόβος.

Περνάω συχνά απ'το σπίτι σου και θέλω να χτυπήσω ν' ανέβω για καφέ αλλα δεν το κάνω αφού δεν είσαι εκεί. Και θα' ρθω με καφέ πολυ γλυκο στο χερι κι ενα πακετο μαλμπορο λαιτς μαλακο να σε βρω και θα σου μιλήσω αλλά δεν απαντάς. Και δεν λες "ουεε".
Κι όταν σου μιλώ και δεν ακουω τη φωνή σου με πιάνει παράπονο.
Που είσαι ρε φίλε, ε?
Που είσαι? Εγω που είμαι... ? Ναι, ξέρω, να ξεκολλήσω και να πιούμε τίποτα. Ε, αντε, που είσαι.
Φετος ανεβάζουμε Αρκα, μπειμπι! Να μπορούσες να' ρθεις, θα σ'αρεσε. Θα γέλαγες πολύ.
Θα καναμε τοσα μαζι αν ησουν εδω.

Είμαι σε μια φάση στη ζωή μου που σ'εχω ανάγκη ρε μλκ, αεικίνητη, φευγάτη. Μόνο εσυ θα μπορούσες να μ'ακολουθήσεις, μόνο εσυ θα καταλάβαινες, always in flux. Aυτό ήταν το βασικότερό μας κοινό, γι' αυτό καταλαβαινόμασταν με μια μονο ματιά απο μικρες.
Κι εχω τόσα μα τόσα πολλά να σου πω και θα στα' λεγα με δυο, με τρείς, με δέκα ματιές
..αλλά εχω τόσο πολυ καιρό να σε δω. Πανε, αληθεια, τοσα χρονια?

Και τι ματιες ν'ανταλλαξω μ'ενα γαμημενο μαρμαρο που γραφει τ'ονομα σου?


Ειναι ο ερωτας η απαντηση?
Κι αν ναι, σε τι. Σε ποια ερωτηση?

Το εφημερο δεν ειναι ερωτας. Κι ο ερωτας δεν ειναι αυτο το μηδαμινης αξιας πραγμα που ο ενας πεταει μπαλακι στον αλλον. Δεν ειναι αυτο που ανοιγει τρυπες.
Απ' την αλλη αυτο ακριβως ειναι.
Διαολος, τερας. Καθικι. Ο χειροτερος εχθρος  που μολις περασει απο πανω σου, τοτε σου δειχνει το πραγματικο του προσωπο. Η σιδερενια μπαλα στα ποδια. Το καρφι στα σωθικα και ο δαιμονας που με λυσσα τα δοντια και τα νυχια του χωνει στη σαρκα σου, "δεν θα πας πουθενα χωρις εμενα".
Ποιο αυριο, αστειευεσαι? Πουθενα χωρις εμενα.

Τυφλος ο γαμιολης. Τυφλος. Οχι στη φορμα, οχι στη μορφη. Δεν εννοουσαν την μορφη.
Για την ουσια μιλουσαν. Μια μερα ξυπνας και συνειδητοποιεις την ιδια σου την τυφλα.
Ησουν, στην ΟΥΣΙΑ τυφλ@.
Ποια ουσια.. Ποια ποιοτητα?
Τι σε νοιαζει, ερωτευτηκες. Αγαπησες. Για παντα θα αγαπας.
Δειλοι και ατολμοι οσοι το "για παντα" αρνουνται. Το ζησες το δωρο, θα σου πουνε, κι αυτο εχει σημασια.

Μπα.
Σημασια εχει οτι εκει που μ'αφησες δεν θα με ξαναβρει κανεις.
Ουτ' εσυ..αλλα κυριως ουτ' εγω.
Τον κοσμο θ'ανταλλαζα γι'αυτη την τυφλα παλι.
Για να μπορω να κατηγορησω εσενα εμενα.  Μονο.

Μου λειπουν οι μερες της αγνοιας.
Περισσοτερο ισως απ'οσο μου λειπουν οι μερες μας μαζι.



3.2.14

Και ξαφνικά μισάνοιξαν τα μάτια μου..
σαν από κακό όνειρο να ξύπνησα.
Ποιά ήμουν? ..Που ήμουν?
Που είμαι?
Μέρος άγνωστο. Κακόφημο μα τότε δεν το ήξερα.. Οπως κανείς "τότε" δεν ξέρει..
Αλλόκοτες εικόνες κι ακόμα πιο αλλόκοτη εγω στον καθρέφτη. 

Ποιά ήμουν? Δεν θυμάμαι.

Περπάτησα πολύ, θυμάμαι. Αυτό θυμάμαι. 
Θυμάμαι ανθρώπους με κορμιά ξύλινα, χέρια ξερόκλαδα σαν παγίδες απλωμένα προς το μέρος μου
κι εγω, ζώο άγριο που τροφή αναζητούσε. Δεν είμαι σίγουρη αν ήταν εφιάλτης ή αποτέλεσμα παραισθησιογόνων.
Δεν θυμάμαι ποιό ήρθε πρώτο, ο εφιάλτης ή η παραίσθηση. 
Θυμάμαι να ξεφλουδίζουν κομμάτια μου, μέχρι να μείνω γυμνή, ολόγυμνη, γυμνή απο μένα.. 
γυμνή απο ταυτότητα, γυμνή 
απ' οσα με συγκρατούσαν, απ'οσα με αποτελούσαν.
Ίσως γι' αυτό να μην θυμάμαι πως με λένε. Ποιά είμαι. 
Κι όποιον και να ρωτήσω, κάτι διαφορετικό θα μου πει. 
Ολοι θελουν κάτι διαφορετικό. Και διαφορετικά θα με ονοματίσουν.
Μα τ' ονομά μου, λίγο με απασχολούσε.
Εψαχνα να βρώ νερό, να δω την αντανάκλασή μου μέσα του, μπας και καταλάβω, μπας και θυμηθώ.
Μπας κι αναγνωρίσω το πρόσωπό μου.
Η φόρμα, η φιγούρα, η μορφή, γνωστά.
Σε ποιόν ανήκαν όμως δεν ήξερα.

Περπάτησα. 
Κι άλλα χέρια απλωμένα. Γρατζουνιές στα δικά μου.
Κοίταξα τα γόνατά μου. Σκισμένα.
Που έπεσα?

Γαμώτο. Πως βγαίνουν απο 'δω?

3.54

Step out of the car and enter a blacked out state of mind My face is bloody and there are tears in my eyes And all i can think of is whats buried underneath surely life grows under this concrete My hands are sweaty as i pick myself up alone And i gather whats left of my pride and float towards my home Two days later I'm still asleep Then life wakes me up with a badge on my sleeve When will the be over? And who is really to blame? And when can i start dreaming? Make my dreams become wings and fly away And i have covered every range of my emotions But i got more anger in me than all the waves of the ocean And i am trying to say the things to make you stay But i cant take back what he has taken from me And healing has come so damn painfully And now i refuse to let anyone get close to me Each flashback chills me to my every bone im damaged you see in case you want to go when will this be over? And who is really to blame? And when can i start dreaming? Make my dreams become wings and fly away Fly away..
Fly away..



Τρίτη 20 Ιανουαρίου 2015

Ακου, δεν με ενδιαφερει να κρατω απ'τη μια το σχοινι στης γεφυρας
κι απ'την αλλη τη φωτια
αναλογιζομενη αν πρεπει, αν δεν πρεπει,
γιατι "πρεπει" και τις απειρες πιθανοτητες του αυριο..
Τα ισως.
Πολλες φορες δεν υπαρχει αυριο, ακους?

Αν κατι γυρναει στο μυαλο σου, υπαρχει λογος. Γαμα τις "λογικες".
Το παρακαναμε με τις παγωμενες λογικες και καταληξαμε σε κρυα πατωματα, στερημενες μερες, δεμενα συναισθηματα ωσπου απ'την αγκυλωση θα γινουν αναπηρια, αν δεν ειναι ηδη...
Φιμωμενες λεξεις, σκατα.

Νομιζεις οτι εχεις χρονο.
Αυτο ειναι το προβλημα, οτι νομιζεις πως εχεις χρονο.
Δεν υπαρχει ο χρονος και κακως βασιζεσαι πανω του.
Αυριο θα.. μολις γινει αυτο θα.. αν αλλαξει αυτο, θα..
Αληθεια?
Θα σε εξεπληττε το ποσο γρηγορα ερχεται κατι και στα αναιρει ολα.
Γιατι ο χρονος, ο χρονος δεν σου ανηκει και τα "θα", "οταν" και "ισως" ειναι στεγνο οχι.

Θα σου πω οτι σ'αγαπω, ΣΗΜΕΡΑ, τωρα γιατι αυριο ισως να μην προλαβω.
Και δεν θα περιμενω τον αλλαγμενο απ'το αυριο εαυτο κανενος μας ουτε τις "σωστες συνθηκες".
Αγαπω για παντα. Οχι για λιγο, ουτε για οσο περναμε ομορφα.
Δεν ξερω τι κανεις εσυ και δεν θα σε ρωτησω.
Εγω, για μενα σου μιλω.

Πεθαινε. Την ειχα στην αγκαλια μου και πεθαινε.
Και προλαβε να μου πει οτι μ'αγαπαει και προλαβα κι εγω να της το πω και χαμογελασε.
Ηξερε αυτο που σου λεω. Ισως να μην υπαρξει αυριο.
Ο χαμενος χρονος, η προσμονη των "αυριανων σωστων συνθηκων", ολα αυτα, ολα αυτα θα με βασανιζουν.
Εγω περιμενα τις συνθηκες να ωριμασουν, το ιδιο κι εκεινη ..ωσπου απλωσε το χερι της και σταματησα να το αρνουμαι και τοτε.. μονο τοτε ειδα ολα οσα δεν ηθελα να δω.
Ολα οσα στο κεφαλι μου κακως την εβαζαν στην ακρη.
Δεν μετανιωνω για κατι που δεν μπορει κανεις ν' αλλαξει.
Ουτε ομως και θα ξαναπεριμενω κανενα "αυριο", κανενα "ισως".
Κανενα "οταν". Κανενα "αν".

Σε σενα μιλαω, αν με διαβαζεις. Σ' αγαπαω.
Γιατι ενα αορατο σκοινι δενει τους ανθρωπους που ειναι γραφτο να βρεθουν κι οσο κι αν μπλεχτει, οσο και να τραβηχτει, δεν σπαει.
Κι εχω στο χερι την φλογα, τις γεφυρες να καψω, να μην κοιταξω πισω
αλλα το αορατο σκοινι..ειμαι πολυ μικροσκοπικη για να το αγγιξω.
Εμεις βρεθηκαμε.
Εκει που μ' αφησες δεν θα με ξαναβρεις κι εκει που σε αφησα δεν θελω να σε ξαναβρω.
Σ' αγαπαω και δεν σε θελω εκει.
Σε θελω οπου η καρδια σου λαχταρα να ειναι.
....

η γεφυρα καιγεται.
και στη φλογα της αναβω τσιγαρο.
Στην υγεια μας.
Σ'αγαπω.
Οι ομορφες ψυχες ομορφα καιγονται.


Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2014

Την θαλασσα αγαπουσες, το μπλεπρασινο της. 
Σαν τα μαλλια μου, γοργονας μαλλια μου'πες..
Σαν το πετραδι στο λαιμο σου. 
Σαν τα ματια σου.

Ποσο σου μοιαζω. 
Ποσο μου μοιαζεις.
Ποσο διαφορετικες.
Οσο χρονο χασαμε τον κλειδωσαμε σ'ενα κουτακι 
και δεν ξερω ποια απ'τις δυο μας το κραταει τωρα.
Κοιταζω στον καθρεφτη και βλεπω εσενα, αρα υποθετω και οι δυο..

Τουλαχιστον προλαβα
να σου χτενισω τα μαλλια
να σου χαιδεψω το κεφαλι μεχρι να κοιμηθεις
να σ'ακουσω να μου λες "σ'αγαπαω".

Τουλαχιστον προλαβα
να περπατησω μαζι σου στην θαλασσα
να σου μαγειρεψω
να σου μιλησω για τον ερωτα, για την φιλια
να σου πω "τα καταφερα".
Τουλαχιστον προλαβα
να μου δειξεις τα σχεδια σου
να μου μιλησεις για τον ερωτα της ζωης σου
πινοντας το αγαπημενο σου κρασι
να σε περιεργαστω
Σαν χαμενη σε κοιταζα κι ησουν τοσο ομορφη.
Και μεσα σου ακομα πιο ομορφη.

Οι στιγμες μας βρισκονταν σε μια κλεψυδρα που μολις γυριζε. 
9 μηνες. Με κρατησες μεσα σου 9 μηνες. Μετα αιμα. Κι αποχωρισμος.
31 χρονια.
Αλλοι 9 μηνες. Δικοι μας 9 μηνες. Μετα αιμα. Κι αποχωρισμος, 
μονιμος αυτη τη φορα.
Σε πηρα αγκαλια οταν φοβοσουν και σου'πα "ολα θα πανε καλα, ειμαι εδω"
Δεν σου αφησα το χερι, στιγμη. 
Σε χαιδευα να σ'απαλυνω οταν πονουσες.
Και που εισαι τωρα να με παρεις αγκαλια? 
Που ειναι το χερι σου, γιατι το δικο μου ειναι αδειο. 

Χιλια κομματια.

Τουλαχιστον προλαβα
να σου πω "κι εγω σ'αγαπαω. Μαμα".

.....
Τα ρούχα που δεν έμαθα να πλένω
τα βάζω στη σακούλα και σ’ τα φέρνω.
Ρωτάς για την καριέρα μου

τη νύχτα και τη μέρα μου
κι εγώ να σου μιλάω καταφέρνω.

Και σκέφτομαι που πίνω κόκα κόλα
για να `ναι πάντα ίδια αλλάζουν όλα.
Κι ανοίγω το ψυγείο σου, 
το "έλα" και το "αντίο" σου
ζητούσα στη ζωή μου πάνω απ’ όλα.

Μαμά, πεινάω
μαμά, φοβάμαι
μαμά, γερνάω, μαμά.
Και τρέμω να `μαι αυτό που χρόνια ανησυχείς:
ωραία, νέα κι ατυχής.

Τα χρόνια που μεγάλωνες για μένα

να ξέρεις πως σου τα `χω φυλαγμένα.
Και τέλειωσα με άριστα
αλλά δεν έχω ευχάριστα, 
όλα στον κόσμο είναι γραμμένα.

Τριάντα καλοκαίρια και χειμώνες
τις άγριες σού φέρνω ανεμώνες.
Και κοίτα, ένα μυστήριο
του κόσμου το κριτήριο

πως μοιάζουμε μου λέει σαν δυο σταγόνες.

Μαμά, πεινάω
μαμά, φοβάμαι
μαμά, γερνάω, μαμά.
Και τρέμω να `μαι αυτό που χρόνια ανησυχείς:
ωραία, νέα κι ατυχής






Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2014

χωρις

Θυμασαι?
Η εισοδος ηταν ενα δεντρο. Και κατι κινησε σαν κυμα τα λουλουδια.
Φτου, εμεινε η καμερα απο μπαταρια. Θα αναγκαστουμε να το θυμομαστε χωρις κλικ.
Μη με μαλωνεις, θα τα θυμομαστε χωρις κλικ.
Μεσα, ηταν ενα τεραστιο δεντρο του οποιου τα κλαδια κρατουσαν την οροφη.
Θυμασαι?
Θυμασαι πως μυριζαν τα πρωινα?
Τα απογευματα, το νωπο ξυλο.
Τα βραδια, το υπνοδωματιο σου.
Εγω, ναι.

Με και χωρις κλικ.
Χωρις κλικ
Τωρα εμεινε σκετο το "χωρις".

Το "χωρις" εχει μεσα του ολα τα κλικ που δεν πατηθηκαν και ειναι πολλα.
Ειναι τα περισσοτερα. Ειναι τα αντιγραφα στιγμων που δεν κρατηθηκαν.
Και πως να αποτυπωθουν στην χαρτινη αιωνιοτητα οι ανασες?
Οι λεξεις, οι κινησες, θυμασαι?
Τα γελια μεχρι να μην μπορουμε να παρουμε ανασα, τα δακρυα που βιαζομασταν να κρυψουμε, οι αληθειες και τα ψεμματα, τα συναισθηματα, πως και που αποτυπωνονται?
Θυμασαι? Αυτο ειναι το "χωρις", το να θυμασαι.
Οι εικονες θα ειναι για παντα ακινητες κι ολα τα υπολοιπα θα χορευουν μεσα μας.
Χωρις κανεναν να ρωτησουν.
Με η χωρις κλικ, τα υπολοιπα θα χορευουν μεσα μας.

Κι ομως, το "χωρις" ειναι το πιο αδειο πραγμα του κοσμου.
Χωρις..χωρις..μος. Απο-χωρις-μος. Δια-χωρις-μος.
Ζουμε χωρις-τα.
Ψαχνουμε το ξε-χωρις-το.
Λες και δεν το'χαμε στα χερια μας.
Δεν με νοιαζει που το λερωσες. Εσυ, ναι. Θυμασαι?
Δεν με νοιαζουν τα κλικ που δεν πατηθηκαν.
Καλυτερα.
Δεν με πειραζει το χωρις.
Με πειραζει το χωρις.
Πειραζει το χωρις.
Το χωρις.
Χωρις.

Καλυτερα χωρις.

Αυτο ειναι το "χωρις", το να θυμασαι.

Ωσπου στο τελος, οπως λεει ο Λειβαδιτης, σιγα σιγα θα λησμονησουμε.
Και θα'ναι η μονη δικαιοσυνη.

https://www.youtube.com/watch?v=trSEDcf41JU